Στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων κατηγορούμενος για βιασμό κατ' εξακολούθηση και αποπλάνηση παιδιού κατ' εξακολούθηση θα καθίσει ένας παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής που διαμένει στην Κω.
Το ιστορικό της υπόθεσης σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα έχει συνοπτικά ως εξής:
Ο κατηγορούμενος ηλικίας σήμερα 31 ετών λειτουργεί ραδιοφωνικό σταθμό. Κατά τη διάρκεια των εκπομπών του σταθμού έδινε στον αέρα έναν αριθμό κινητού τηλεφώνου στον οποίον μπορούσαν να καλούν οι ακροατές και να κάνουν αφιερώσεις τραγουδιών. Μια νεαρή κοπέλα γεννηθείσα το 1989, ήταν ακροάτρια του σταθμού αυτού.
Τον Νοέμβριο του 2003 επικοινώνησε στο τηλέφωνο που έδινε ο κατηγορούμενος και ζήτησε να αφιερώσει ένα τραγούδι σε μία φίλη της. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος, έχοντας τον αριθμό του τηλεφώνου της, φέρεται να άρχισε να της στέλνει γραπτά μηνύματα, ρωτώντας την για την ηλικία της, σε ποιο σχολείο πηγαίνει, ενώ σε κάποια από τα μηνύματα από τα γραφόμενά του έδειχνε να είναι απογοητευμένος από την ζωή του, προκαλώντας έτσι αισθήματα συμπάθειας στην ανήλικη. Μετά από αυτό σε κάποιο μήνυμα της ζήτησε να συναντηθούν.
Την 12-12-2003 το σχολείο της διοργάνωσε ένα πάρτι, στο οποίο συναντήθηκε με τον κατηγορούμενο. Η επικοινωνία τους συνεχίσθηκε με τον ίδιο τρόπο. Την 5-1-2004, όταν η κοπέλα ήταν 14 ετών και τριών μηνών περίπου, βρισκόταν μαζί με φίλους της στο Πυλί και τότε δέχθηκε μήνυμα από τον κατηγορούμενο, ο οποίος της είπε ότι βρισκόταν και αυτός στο Πυλί και της ζήτησε να πάει να τον συναντήσει μαζί με τους φίλους της για να μην δώσουν στόχο.
Αυτή πήγε μαζί με τους φίλους της στο σημείο, όπου την περίμενε ο κατηγορούμενος μέσα στο αυτοκίνητό του. Της έκανε νόημα να διώξει τους φίλους της και εκείνη του είπε ότι αυτό δεν ήταν σωστό. Οι φίλοι της επειδή κατάλαβαν ότι δεν τους ήθελε, έφυγαν μόνοι τους.
Τότε η ανήλικη μπήκε στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου και αυτός την οδήγησε σε ερημική τοποθεσία στο βουνό πάνω από τον οικισμό «Αμανιού». Εκεί σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, αφού κλείδωσε τις πόρτες έπεσε επάνω της και επιχείρησε να της βγάλει τα ρούχα. Εκείνη πανικοβλήθηκε και του ζήτησε να σταματήσει. Ο κατηγορούμενος της έβγαλε το παντελόνι, ενώ αυτή αντιδρούσε, λέγοντάς του να σταματήσει, κλαίγοντας. Μη μπορώντας να απωθήσει τον κατηγορούμενο, αυτός ήλθε σε συνουσία μαζί της. Αφού τελείωσε την πράξη του, την οδήγησε στο Πυλί, στο σπίτι των φίλων της, όπου και την άφησε.
Εκείνη ήταν φανερά επηρεασμένη από αυτό που συνέβη, ήταν σαστισμένη και τα μαλλιά της ανακατεμένα, προκαλώντας έτσι τις ερωτήσεις των φίλων της στους οποίους δεν είπε κάτι συγκεκριμένο. Μετά από το γεγονός αυτό ο κατηγορούμενος συνέχιζε να επικοινωνεί μαζί της και της ζητούσε να συναντηθούν, όμως εκείνη του έλεγε ότι δεν μπορεί να τον συναντήσει.
Τότε άρχισε να τηλεφωνεί στο σπίτι της και μιλούσε στους γονείς της, λέγοντας ότι η κόρη τους δεν πηγαίνει στο φροντιστήριο και ότι βγαίνει με διάφορα αγόρια.
Η ανήλικη τον κάλεσε στο τηλέφωνο και τον ρώτησε γιατί λέει αυτά στους γονείς της και ο κατηγορούμενος της απάντησε ότι αν δεν δεχθεί να τον συναντήσει ξανά θα συνεχίσει να λέει αυτά και θα τους αποκαλύψει και το γεγονός της συνουσίας, που είχε λάβει χώρα μεταξύ τους.
Εκείνη, επειδή βρισκόταν σε ανώριμη ερωτικά και συναισθηματικά ηλικία, φοβόταν την αποκάλυψη του συμβάντος αυτού διότι θεωρούσε ότι θα στιγματιζόταν ηθικά και θα αποδοκιμαζόταν από τους γονείς της διότι είχε ολοκληρωμένη ερωτική επαφή στην ηλικία των 14 ετών με μεγαλύτερο από αυτήν άνδρα.
Ετσι προκειμένου να αποφύγει την ηθική αυτή μείωση της προσωπικότητάς της, λέγοντας ψέματα στους γονείς της ότι βγαίνει με φίλες της, αναγκάσθηκε να συναντά τον κατηγορούμενο, ο οποίος την μετέφερε με το αυτοκίνητό του σε διάφορα απόμερα σημεία στο νησί της Κω και μέσα στο αυτοκίνητό του, ενώ αυτή τελούσε υπό τον φόβο της αποκάλυψης της επαφής της μαζί του, την εξανάγκαζε να έρχεται σε συνουσία μαζί του.
Αυτό συνέβη είκοσι τουλάχιστον φορές έως τον Νοέμβριο του 2004. Τον Δεκέμβριο του 2004 ο πατέρας της υποψιαζόμενος από τις τηλεφωνικές οχλήσεις του κατηγορουμένου στο σπίτι ότι η κόρη του τον συναντά και ακόμη βλέποντάς την να έχει νευρική συμπεριφορά, αφού την παρακολούθησε διαπίστωσε ότι ο κατηγορούμενος παρέλαβε την κόρη του όταν τελείωσε το σχολείο της, με το αυτοκίνητό του, και την οδήγησε σε άγνωστο σημείο. Μετά από δύο περίπου ώρες βρήκε την κόρη του σε ένα σοκάκι και της είπε ότι την είχε παρακολουθήσει και την είδε να φεύγει με το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου.
Την ρώτησε τι συμβαίνει και εκείνη του απάντησε «μπαμπά συγχώρεσέ με, ξέρεις τι έχω τραβήξει αυτό το διάστημα». Κατόπιν τούτων πιεζόμενη από τους γονείς της να τους πει την αλήθεια, τους αποκάλυψε όσα συνέβαιναν μεταξύ αυτής και του κατηγορουμένου.
Ο κατηγορούμενος αρνείται ότι είχε ποτέ οιαδήποτε επαφή με την ανήλικη. Ισχυρίζεται ότι αυτή τον καλούσε στο τηλέφωνο και του έλεγε ότι της άρεσε και ότι ήθελε να βγει μαζί του. Ακόμη ότι του έστελνε μηνύματα με πρόστυχο περιεχόμενο και άσεμνες φωτογραφίες δικές της, στις οποίες είχε την πρόνοια να αποθηκεύσει. Προσεκόμισε δε ενώπιον της κ. Ανακρίτριας εκτυπώσεις 11 φωτογραφιών, που απεικονίζουν η μία το πρόσωπο της ανήλικης, ενώ οι υπόλοιπες δέκα είναι απεικονίσεις αιδοίου . Στις δικές της προκλήσεις ο κατηγορούμενος δεν ανταποκρινόταν και το γεγονός ότι την απέρριπτε ερωτικά προκάλεσε σε αυτή την επιθυμία να τον εκδικηθεί, καταγγέλλοντάς τον ψευδώς για όσα είχε αναφέρει στις καταθέσεις της.
Ακόμη επικαλείται το ότι είναι αρραβωνιασμένος επί πενταετία και ότι δεν είχε κανένα λόγο να προβεί στις πράξεις αυτές.
dimokratiki.gr
Το ιστορικό της υπόθεσης σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα έχει συνοπτικά ως εξής:
Ο κατηγορούμενος ηλικίας σήμερα 31 ετών λειτουργεί ραδιοφωνικό σταθμό. Κατά τη διάρκεια των εκπομπών του σταθμού έδινε στον αέρα έναν αριθμό κινητού τηλεφώνου στον οποίον μπορούσαν να καλούν οι ακροατές και να κάνουν αφιερώσεις τραγουδιών. Μια νεαρή κοπέλα γεννηθείσα το 1989, ήταν ακροάτρια του σταθμού αυτού.
Τον Νοέμβριο του 2003 επικοινώνησε στο τηλέφωνο που έδινε ο κατηγορούμενος και ζήτησε να αφιερώσει ένα τραγούδι σε μία φίλη της. Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος, έχοντας τον αριθμό του τηλεφώνου της, φέρεται να άρχισε να της στέλνει γραπτά μηνύματα, ρωτώντας την για την ηλικία της, σε ποιο σχολείο πηγαίνει, ενώ σε κάποια από τα μηνύματα από τα γραφόμενά του έδειχνε να είναι απογοητευμένος από την ζωή του, προκαλώντας έτσι αισθήματα συμπάθειας στην ανήλικη. Μετά από αυτό σε κάποιο μήνυμα της ζήτησε να συναντηθούν.
Την 12-12-2003 το σχολείο της διοργάνωσε ένα πάρτι, στο οποίο συναντήθηκε με τον κατηγορούμενο. Η επικοινωνία τους συνεχίσθηκε με τον ίδιο τρόπο. Την 5-1-2004, όταν η κοπέλα ήταν 14 ετών και τριών μηνών περίπου, βρισκόταν μαζί με φίλους της στο Πυλί και τότε δέχθηκε μήνυμα από τον κατηγορούμενο, ο οποίος της είπε ότι βρισκόταν και αυτός στο Πυλί και της ζήτησε να πάει να τον συναντήσει μαζί με τους φίλους της για να μην δώσουν στόχο.
Αυτή πήγε μαζί με τους φίλους της στο σημείο, όπου την περίμενε ο κατηγορούμενος μέσα στο αυτοκίνητό του. Της έκανε νόημα να διώξει τους φίλους της και εκείνη του είπε ότι αυτό δεν ήταν σωστό. Οι φίλοι της επειδή κατάλαβαν ότι δεν τους ήθελε, έφυγαν μόνοι τους.
Τότε η ανήλικη μπήκε στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου και αυτός την οδήγησε σε ερημική τοποθεσία στο βουνό πάνω από τον οικισμό «Αμανιού». Εκεί σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, αφού κλείδωσε τις πόρτες έπεσε επάνω της και επιχείρησε να της βγάλει τα ρούχα. Εκείνη πανικοβλήθηκε και του ζήτησε να σταματήσει. Ο κατηγορούμενος της έβγαλε το παντελόνι, ενώ αυτή αντιδρούσε, λέγοντάς του να σταματήσει, κλαίγοντας. Μη μπορώντας να απωθήσει τον κατηγορούμενο, αυτός ήλθε σε συνουσία μαζί της. Αφού τελείωσε την πράξη του, την οδήγησε στο Πυλί, στο σπίτι των φίλων της, όπου και την άφησε.
Εκείνη ήταν φανερά επηρεασμένη από αυτό που συνέβη, ήταν σαστισμένη και τα μαλλιά της ανακατεμένα, προκαλώντας έτσι τις ερωτήσεις των φίλων της στους οποίους δεν είπε κάτι συγκεκριμένο. Μετά από το γεγονός αυτό ο κατηγορούμενος συνέχιζε να επικοινωνεί μαζί της και της ζητούσε να συναντηθούν, όμως εκείνη του έλεγε ότι δεν μπορεί να τον συναντήσει.
Τότε άρχισε να τηλεφωνεί στο σπίτι της και μιλούσε στους γονείς της, λέγοντας ότι η κόρη τους δεν πηγαίνει στο φροντιστήριο και ότι βγαίνει με διάφορα αγόρια.
Η ανήλικη τον κάλεσε στο τηλέφωνο και τον ρώτησε γιατί λέει αυτά στους γονείς της και ο κατηγορούμενος της απάντησε ότι αν δεν δεχθεί να τον συναντήσει ξανά θα συνεχίσει να λέει αυτά και θα τους αποκαλύψει και το γεγονός της συνουσίας, που είχε λάβει χώρα μεταξύ τους.
Εκείνη, επειδή βρισκόταν σε ανώριμη ερωτικά και συναισθηματικά ηλικία, φοβόταν την αποκάλυψη του συμβάντος αυτού διότι θεωρούσε ότι θα στιγματιζόταν ηθικά και θα αποδοκιμαζόταν από τους γονείς της διότι είχε ολοκληρωμένη ερωτική επαφή στην ηλικία των 14 ετών με μεγαλύτερο από αυτήν άνδρα.
Ετσι προκειμένου να αποφύγει την ηθική αυτή μείωση της προσωπικότητάς της, λέγοντας ψέματα στους γονείς της ότι βγαίνει με φίλες της, αναγκάσθηκε να συναντά τον κατηγορούμενο, ο οποίος την μετέφερε με το αυτοκίνητό του σε διάφορα απόμερα σημεία στο νησί της Κω και μέσα στο αυτοκίνητό του, ενώ αυτή τελούσε υπό τον φόβο της αποκάλυψης της επαφής της μαζί του, την εξανάγκαζε να έρχεται σε συνουσία μαζί του.
Αυτό συνέβη είκοσι τουλάχιστον φορές έως τον Νοέμβριο του 2004. Τον Δεκέμβριο του 2004 ο πατέρας της υποψιαζόμενος από τις τηλεφωνικές οχλήσεις του κατηγορουμένου στο σπίτι ότι η κόρη του τον συναντά και ακόμη βλέποντάς την να έχει νευρική συμπεριφορά, αφού την παρακολούθησε διαπίστωσε ότι ο κατηγορούμενος παρέλαβε την κόρη του όταν τελείωσε το σχολείο της, με το αυτοκίνητό του, και την οδήγησε σε άγνωστο σημείο. Μετά από δύο περίπου ώρες βρήκε την κόρη του σε ένα σοκάκι και της είπε ότι την είχε παρακολουθήσει και την είδε να φεύγει με το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου.
Την ρώτησε τι συμβαίνει και εκείνη του απάντησε «μπαμπά συγχώρεσέ με, ξέρεις τι έχω τραβήξει αυτό το διάστημα». Κατόπιν τούτων πιεζόμενη από τους γονείς της να τους πει την αλήθεια, τους αποκάλυψε όσα συνέβαιναν μεταξύ αυτής και του κατηγορουμένου.
Ο κατηγορούμενος αρνείται ότι είχε ποτέ οιαδήποτε επαφή με την ανήλικη. Ισχυρίζεται ότι αυτή τον καλούσε στο τηλέφωνο και του έλεγε ότι της άρεσε και ότι ήθελε να βγει μαζί του. Ακόμη ότι του έστελνε μηνύματα με πρόστυχο περιεχόμενο και άσεμνες φωτογραφίες δικές της, στις οποίες είχε την πρόνοια να αποθηκεύσει. Προσεκόμισε δε ενώπιον της κ. Ανακρίτριας εκτυπώσεις 11 φωτογραφιών, που απεικονίζουν η μία το πρόσωπο της ανήλικης, ενώ οι υπόλοιπες δέκα είναι απεικονίσεις αιδοίου . Στις δικές της προκλήσεις ο κατηγορούμενος δεν ανταποκρινόταν και το γεγονός ότι την απέρριπτε ερωτικά προκάλεσε σε αυτή την επιθυμία να τον εκδικηθεί, καταγγέλλοντάς τον ψευδώς για όσα είχε αναφέρει στις καταθέσεις της.
Ακόμη επικαλείται το ότι είναι αρραβωνιασμένος επί πενταετία και ότι δεν είχε κανένα λόγο να προβεί στις πράξεις αυτές.
dimokratiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια: